διατηρεῖτε

διατηρεῖτε
διατηρέω
watch closely
pres imperat act 2nd pl (attic epic)
διατηρέω
watch closely
pres opt act 2nd pl
διατηρέω
watch closely
pres ind act 2nd pl (attic epic)
διατηρέω
watch closely
pres imperat act 2nd pl (attic epic)
διατηρέω
watch closely
pres opt act 2nd pl
διατηρέω
watch closely
pres ind act 2nd pl (attic epic)
διατηρέω
watch closely
imperf ind act 2nd pl (attic epic)
διατηρέω
watch closely
imperf ind act 2nd pl (attic epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”